skip to Main Content

Ένα ζευγάρι παιδικά παπούτσια

Η χρονιά ήταν το 1995. Η τοποθεσία ήταν η Γιουγκοσλαβία. Ένας άντρας από την Κροατία, ο Ντάλιμπορ, είχε κουραστεί από τις συνεχείς απειλές των γιουγκοσλαβικών πολέμων. Πρωταρχική του υποχρέωση ήταν η ασφάλεια του γιου του. Ο μικρός ήτανε όλη του η ζωή. Είχε χάσει τη γυναίκα και συντροφιά του σε μια βίαιη επίθεση. Ο γιος του ήταν το μόνο που του απέμενε.

Ώσπου μια μέρα, πήρε την απόφαση. «Θα φύγω από αυτό το μέρος. Δεν μπορώ να μείνω εδώ για πάντα. Όμως, δεν φεύγω για ‘μένα και δεν θα φύγω μόνος μου», σκέφτηκε. «Φεύγω για τον γιο μου. Ακόμα κι αν πεθάνω, θα πεθάνω ευτυχής γιατί θα ξέρω πως ο γιος μου θα έχει ένα καλύτερο μέλλον», είπε.

Αμέσως μόλις άφησαν το σπίτι τους, το χτύπησε μια βολίδα και το μετέτρεψε σ’ ένα σωρό χαλίκια. Ο Ντάλιμπορ ένιωσε ευγνώμων και ευλογημένος αλλά όχι για πολύ. Γρήγορα παγιδεύτηκαν στα χαλάσματα και χρειάστηκε πολύς χρόνος, ώσπου οι διασώστες κατάφεραν να τους σώσουν από βέβαιο θάνατό.

«Σταματήστε!», φώναξε ο Ντάλιμπορ. «Τα παπούτσια του γιου μου! Πρέπει να τα βρούμε». Τα παπούτσια ήταν πολύ σημαντικά και για τους δυο τους. Ο Ντάλιμπορ είχε κάνει μεγάλο κόπο για να μαζέψει χρήματα ώστε να πάρει παπούτσια στο νεογέννητο γιο του. Δεν ήθελε να πονέσουν τα πόδια του κάνοντας τα πρώτα του βήματα. Έπειτα από δύο εξαντλητικές ώρες ενδελεχούς έρευνας τα παπούτσια βρέθηκαν. Ήταν μικροσκοπικά, το πολύ τρεις σπιθαμές μήκος και το πολύ δύο πλάτος, καφέ με άσπρες σόλες· τα αγαπημένα αντικείμενα του γιου του.

Ο Ντάλιμπορ χρειάστηκε να κουβαλήσει τον γιο του, που φορούσε τα παπούτσια του, σε όλη τη διαδρομή. Ταυτόχρονα, είχε πάνω του μια κουβέρτα, κάποια χρήματα, φαγητό και νερό. Μαζί με τον γιο του χρειάστηκε να κοιμηθούν στο δρόμο, το φαγητό και το νερό όλο και λιγόστευε. Εν τέλει, χρειάστηκε να χρησιμοποιήσουν τα τελευταία χρήματά τους σε ένα μικρό δωμάτιο, λίγο νερό και λίγο φαΐ. Μετανάστευσαν. Πήγαιναν από μέρος σε μέρος. Είκοσι μέρες. Ώσπου κατάφεραν να φτάσουν στον προορισμό τους: τη Σερβία.

Στην αρχή, οι Σέρβοι υποτιμούσαν τον Ντάλιμπορ και τον γιο του. Η καινούρια ζωή των προσφύγων δεν ήταν εύκολη. Μέχρι τη στιγμή που συνάντησαν έναν άντρα που δεν ήταν όπως οι άλλοι. Ήταν φιλόξενος, ευγενικός και με κατανόηση. Νοίκιαζε το μικρό του σπίτι δωρεάν σε άτομα που το είχαν ανάγκη, όπως οι πρόσφυγες.

Εκείνος ο άντρας, που λεγόταν Ιβάν, βοήθησε τον Ντάλιμπορ να βρει μια δουλειά με ικανοποιητικό μισθό. Με τα χρήματα που μάζεψε, αγόρασε ένα μικρό σπίτι στην εξοχή, μακριά από όλη τη βιαιότητα. Είχε μέχρι και χρήματα για τα μηνιαία έξοδά του.

Ο Ντάλιμπορ και ο Ιβάν έγιναν καλοί φίλοι. Είχαν τόσες κοινές εμπειρίες. Μπορούσαν να μοιραστούν ο ένας με τον άλλον τις αναμνήσεις τους από τα περασμένα.

Και, φυσικά, ο Ντάλιμπορ μάζεψε αρκετά χρήματα για να επιδιορθώσει τα παπούτσια του γιού του. Ο μικρός τα λάτρευε. Ακόμα κι όταν μεγάλωσε πια κι έγινε ένα εξαίρετος νέος, με το δικό του σπίτι, κράταγε εκείνα τα παπούτσια ως ενθύμια. Στη μνήμη του πατέρα του και του Ιβάν, του άντρα που έσωσε τις ζωές τους.

Γιάννης Χαραλάμπους & Μάριος Σούσκας
1ο Πρότυπο Γυμνάσιο Αθήνας

Back To Top
Add Comment
Loading...
Cancel
Viewing Highlight
Loading...
Highlight
Close
Login

Forgot password?
New to site? Create an Account
×
Signup

Already have an account? Login
×
Forgot Password

×